Στις προεκλογικές περιόδους, τα επιτελεία των συνδυασμών κάνουν συσκέψεις για να δημιουργήσουν το πρόγραμμα που θα επικοινωνήσουν στους πολίτες, με σκοπό να κερδίσουν την πλειοψηφία. Με μια πρόχειρη προσέγγιση, μπορούμε να διακρίνουμε τρία είδη διοίκησης συνδυασμών.
Η πρώτη είναι η διοίκηση ενός συνδυασμού από τη βάση. Συζητούν και αποφασίζουν ως σύνολο, όλων των προσώπων που απαρτίζουν το ψηφοδέλτιο (γιατί χωρίς τις απόψεις και των υποψηφίων δεν μπορεί να λειτουργήσει ένας συνδυασμός), αξιολογώντας τα δεδομένα για κάθε σημαντικό θέμα και αποφασίζουν από κοινού την γραμμή που θα ακολουθήσουν και τι θα προτείνουν στους πολίτες. Αυτό είναι το φυσιολογικό και φανερώνει υγεία, αφού γίνονται όλα με συνεργασία και καθαρό μυαλό.
Η δεύτερη μορφή διοίκησης είναι η “ολιγαρχική”. Συνήθως πρόκειται για συνδυασμό που διοικείται με προσωποκεντρική αντίληψη και η διαχείριση των προβλημάτων και των προτάσεων που θα αναπτύξουν στον κόσμο για να τους ψηφίσει, γίνεται από μια κλειστή ομάδα που θα ορίσει ο αρχηγός του συνδυασμού. Σε αυτό το μοντέλο , προφανώς φαίνεται με αντικειμενική μάτια, πως ο αρχηγός του συνδυασμού δεν ποντάρει πολύ στην ομάδα των υποψηφίων του και δεν θεωρεί πως μπορεί να λειτουργήσει η ευρύτερη συνεργασία.
Αυτό βέβαια είναι μια υποτίμηση στους υποψήφιους του, αφού μπορεί ο καθένας να καταλάβει πως χρησιμοποιούνται αρκετά άτομα μόνο για να συμπληρωθούν τα ψηφοδέλτια. Αυτό είναι στη διακριτική ευχέρεια των υποψηφίων να το επεξεργαστούν και να αντιδράσουν όπως επιθυμούν. Ακόμα και αυτό το μοντέλο όμως είναι σε μια βάση που δίνει πολιτικό χώρο και οι αποφάσεις παίρνονται από την “ολιγαρχία” του συνδυασμού. Και σε αυτό το επίπεδο υπάρχει χρόνος και καθαρό μυαλό για να παρθούν οι αποφάσεις, αφού υπάρχουν πάνω από ένα άτομα που αναλύουν τα δεδομένα και αποφασίζουν.
Υπάρχει κι ένα τρίτο μοντέλο διοίκησης ενός συνδυασμού, που μπαίνει στην διαδικασία να διεκδικήσει τη δημαρχία. Είναι το “μοναρχικό” μοντέλο, είτε είναι ο αρχηγός του συνδυασμού, είτε ο χρηματοδότης του συνδυασμού. Όλες οι αποφάσεις, για όλα τα ζητήματα, λαμβάνονται από τον έναν άνθρωπο που “κουμαντάρει” εξ ολοκλήρου τον συνδυασμό.
Αν είναι “μονάρχης” ο αρχηγός του συνδυασμού, είναι στη επιλογή των υποψηφίων να το δεχθούν ή όχι, γιατί φαίνεται κι εδώ πως υποτιμούνται οι υποψήφιοι και πως θα πρέπει ο κάθε υποψήφιος να βρει λόγο ύπαρξης σε τέτοιον συνδυασμό, προκειμένου να συμφωνήσει να μπει στο ψηφοδέλτιο.
Αν είναι “μονάρχης” ο χρηματοδότης, τότε τα πράγματα είναι ακόμα πιο δύσκολα. Ακόμα και ο αρχηγός του συνδυασμού είναι εκτεθειμένος, εξαρτημένος και δεν μπορεί να παίξει το ρόλο για τον οποίο μπαίνει μπροστά. Πόσο μάλλον οι υποψήφιοι που βρίσκονται πίσω από τον αρχηγό του συνδυασμού. Όταν αυτός υποτιμάται και είναι εκτεθειμένος, τότε οι υποψήφιοι τι κάνουν; Αν φύγουν θα εκτεθούν, αν μείνουν δεν έχουν υπόσταση, όταν ακόμα και ο αρχηγός ίσως δεν έχει υπόσταση, για να δεχθεί να είναι πίσω από τον “μονάρχη”. Το δεδομένο είναι ένα, σε αυτή την περίπτωση. Όταν λειτουργεί ένας για όλους, δείχνοντας πως δεν υπολογίζει τους άλλους, κάποια στιγμή θα ατονήσει το ενδιαφέρον των υπολοίπων και δεν θα πάνε τα πράγματα όπως τα υπολόγιζε ο “μονάρχης”. Έτσι σε αυτή την περίπτωση, όταν νομοτελειακά θα έρθει εκείνη η στιγμή, ο “μονάρχης” θα λειτουργήσει εν θερμώ και όχι με καθαρό μυαλό.
Οι αποφάσεις, η επικοινωνιακή πολιτική, το πρόγραμμα, η οργάνωση και η προσέγγιση που πρέπει να έχει ο κάθε συνδυασμός με τους πολίτες, όποιο κι αν είναι το μοντέλο διοίκησης του (αφού όλοι μας είμαστε ενήλικες και υπεύθυνοι για τις αποφάσεις), είναι να υπάρχει αποφασιστικότητα, διαύγεια, διαφάνεια και καθαρό μυαλό στις όποιες αποφάσεις και στις όποιες προκλήσεις ή κριτικές προκύψουν. Αν γίνει αντιληπτό πως δεν υπάρχουν τα χαρακτηριστικά που αναφέρθηκαν και πως συντελείται ένας εν θερμώ αγώνας, σίγουρα θα του γυρίσουν την πλάτη οι πολίτες.
Τσιότσος Αθανάσιος