Μεγάλο Λεξικό της Νεοελληνικής Γλώσσας Α. Γεωργοπαπαδάκου
Ψήφος: Μολύβδινο σφαιρίδιο που ρίχνουν οι εκλογείς μέσα σε ειδική κάλπη και με το οποίο εκδηλώνουν την γνώμη τους, ψηφοδέλτιο, η γνώμη που εκφράζεται με την ψήφο, το δικαίωμα να ψηφίζει κανείς.
Ψόφος: Θάνατος ζώων.
Επειδή απομένουν οκτώ μήνες μέχρι τις δημοτικές εκλογές και επειδή κάποιοι υποψήφιοι δημοτικοί σύμβουλοι θα μοστράρονται συχνά πυκνά στα Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης, καλά είναι να μάθουν πως αυτό που διεκδικούν στις δημοτικές εκλογές είναι η ψήφος και όχι ο ψόφος. Η ψήφος είναι θηλυκού γένους και ο ψόφος αρσενικού. Διεκδικούν την ψήφο κι όχι τον ψόφο. Αν πάλι θέλουν να διεκδικήσουν τον ψόφο με γεια τους, με χαρά τους. Αν θέλουν όμως να διεκδικήσουν την ψήφο, ας μάθουν τουλάχιστον ότι είναι «η ψήφος» και όχι «ο ψήφος».
Θεόφραστος Ασκλήπης