Παρασκευή, 26 Απριλίου, 2024
ΑρχικήΝΕΑΑΙΧΜΗΡΑΠοιος στ’ αλήθεια δολοφόνησε τον Άλκη;

Ποιος στ’ αλήθεια δολοφόνησε τον Άλκη;

Μόλις άκουσα για τη δολοφονία το μυαλό μου ταξίδεψε τριάντα χρόνια πριν. Σαν όνειρο το θυμάμαι. 16 Σεπτεμβρίου 1992 το πρώτο παιχνίδι εκτός έδρας. Το είδαμε παρέα με τα ΜΑΤ στην πύλη του ΑΗΣ Αγίου Δημητρίου. Ήταν πολύ έντονος εκείνος ο Σεπτέμβρης. Πριν προλάβει να αρχίσει το παιχνίδι ο Γουεά μας είχε ρίξει δύο γκολ. Ω του θαύματος το παιχνίδι έληξε χωρίς να φάμε άλλα κι έτσι είχαμε ελπίδες.

1 Οκτωβρίου 1992. Ο Γιώτης πάρκαρε το αυτοκίνητο χαμηλά προς την παραλία. Από εκεί που παρκάραμε ακουγόταν σαν μελίσσι ο θόρυβος από το γήπεδο. Όσο πλησιάζαμε ο θόρυβος γινόταν υπόκωφος. Μπήκαμε στην κερκίδα των επισήμων. Λίγο πριν αρχίσει το παιχνίδι ήρθε και κάθισε μπροστά μας ένας πενηνταπεντάρης με τα ρούχα της δουλειάς. Είχε έρθει κατευθείαν από το γιαπί.

Από τις πρώτες μπαλιές φάνηκε ότι δεν έχουμε καμία τύχη. Ο Γουεά έχασε μια δυο φορές τη μπάλα, ενώ αυτός μπροστά μας με τα ρούχα της δουλειάς αλάλαζε «εδώ θα προσκυνήσεις σκυλάραπα». Το είπε μία, το είπε δύο, ανέβηκε το αίμα στο κεφάλι μου και πριν προλάβει ο Στάθης κι ο Γιώτης να καταλάβουν τι θα γίνει του λέω: «Σκάσε ρε βλάκα. Δεν βλέπεις ότι δέκα γκολ θα μας ρίξουν. Σαν χωριό παίζουμε».

Έγινε χαμός που τόλμησα να ξεστομίσω τέτοιες κουβέντες. Τόσα χρόνια μετά, ακόμη δεν κατάλαβα πώς γλιτώσαμε το ξύλο. Ίσως εξαιτίας του θράσους. Όπως ήταν στην παρακάτω κερκίδα σήκωσα το πόδι να τον σκορπίσω. Γύρω γύρω άλλοι «έκραζαν» και άλλοι κοιτούσαν έκπληκτοι. Ο Γιώτης και ο Στάθης, λίγο πριν τα σαράντα χρόνια, είκοσι χρόνια μεγαλύτεροι από εμένα, είχαν παγώσει, και έμεινε ο αδελφός μου, δύο χρόνια μικρότερος, να με τραβολογάει και να μου λέει «ρε σταμάτα, θα φάμε ξύλο».

Το επεισόδιο έληξε χωρίς ξύλο. Δεν πέρασε πολλή ώρα και ο Γουεά μας έριξε το πρώτο. Ο γάιδαρος που καθόταν μπροστά και ανεβοκατέβαζε σκυλάραπα τον Γουεά άρχισε να βρίζει τους παίχτες μας. Λίγο μετά το ημίωρο φάγαμε και το δεύτερο, αυτή τη φορά όχι από τον Γουεά. Ο μπροστινός ξεσπάθωσε. «Μ@λάκες, κωλόπαιδα. Ομάδα είναι αυτή; Χωριό είμαστε ρε. Κωλόπαιδα. Παίξτε για τη φανέλα» και άλλες τέτοιες ομορφιές. Το παιχνίδι εκείνο δεν έληξε ποτέ. Στο ημίχρονο έγινε του Κουτρούλη ο γάμος.

Πολλά χρόνια μετά, ένας μεγάλος καβγάς στο καφενείο με οπαδό πάλι της δικής μου ομάδας, ο οποίος ναι και καλά ήθελε να δούμε κάτι άλλο από αυτό που φαινόταν ξεκάθαρα, επειδή το ξεκάθαρο δεν βόλευε την ομάδα μας. Τέτοιες συμπεριφορές βέβαια δεν ήταν προνόμιο της δικής μας ομάδας. Δεν ήταν καλύτεροι οι υπόλοιποι. Οι περισσότεροι με οπαδικά γυαλιά ήταν έτοιμοι να καταπιούν ακόμα και δικούς τους που ήθελαν να βλέπουν αντικειμενικά τα πράγματα.

Θυμάμαι τις φυλλάδες εκείνης της εποχής που δυναμίτιζαν το κλίμα πριν από κάθε ντέρμπι. Τα δημοσιεύματα, ο τρόπος που αρθρογραφούσαν ήταν μόνο για να ρίξουν λάδι στη φωτιά. Η αντικειμενικότητα εξαφανισμένη. Ο διαιτητής ήταν καλός μόνο αν σφύριζε υπέρ μας ανύπαρκτα πράγματα. Θυμάμαι και έναν αλητάμπουρα προπονητή του μπάσκετ εκείνης της εποχής, που πολλοί τον είχαν σε υπόληψη, να δηλώνει, μέσες άκρες, πως μετά από κάμποσα χρόνια όλοι θα θυμούνται ποιος πήρε το πρωτάθλημα και κανένας δεν θα θυμάται πώς το πήρε.

Θυμάμαι εγώ. Μου φτάνει. Νομίζω ότι παρόλο που πέρασαν πολλά χρόνια θυμάμαι πάρα πολλά. Πριν ένα μήνα στο καφενείο ανέφερα τον Πλάτωνα Χοτοκουρίδη. Δύο στενοί φίλοι και φανατικοί οπαδοί της ομάδας μας, με κοιτούσαν σαν να κατέβηκα από το διάστημα. «Ποιος είναι αυτός», ρώτησαν. Κι όμως είχαν ακολουθήσει την ομάδα σ’ όλους τους τελικούς των Ευρωπαϊκών κυπέλων, αλλά δεν τους έλεγε τίποτα ο Πλάτωνας. Ο Πλάτωνας είχε παίξει μερικά χρόνια πριν, στα μέσα της δεκαετίας του 1980.

Κύλησε πολύ νερό στο αυλάκι από τότε που οι φυλλάδες δυναμίτιζαν το κλίμα. Τώρα υπάρχουν και κάτι χαμένα κορμιά που παριστάνουν τους ποδοσφαιρικούς σχολιαστές, υπάρχουν διάφοροι «άντε γεια» κόκκινων, μαύρων, κίτρινων αποχρώσεων, υπάρχουν τύποι που βγάζουν το ψωμί τους φανατίζοντας οπαδούς και οπλίζοντας τα χέρια παιδιών άλλοτε με πέτρες, άλλοτε με καδρόνια, άλλοτε με μαχαίρια. Στο όνομα της ομάδας. Ας γελάσω. Στο όνομα των προέδρων φτιάχνονται αυτοί οι οπαδικοί στρατοί κι όχι στο όνομα της ομάδας.

Φαγώθηκε ο γιατρός ότι κάτι έπρεπε να γραφτεί για το περιστατικό. Γράφτηκε. Καθώς ολοκληρώνω αυτή τη γραφή θυμήθηκα έναν μεγάλο δάσκαλο, καθηγητή της Ιστορίας Αρχαιολογίας, ο οποίος όταν είχε έμπνευση έγραφε φοβερά κείμενα, έγραφε κείμενα που πίστευες ότι την πένα δεν την κρατούσε ανθρώπινο χέρι. Σε κάποιο λοιπόν περιστατικό είχε γράψει για τον νεκρό και γι’ αυτόν που τον σκότωσε ότι σίγουρα όταν ήταν μικροί κάθισαν κάτω από ένα Χριστουγεννιάτικο δέντρο και έκαναν όνειρα για τη ζωή και σίγουρα αυτό που ονειρεύτηκαν δεν ήταν ότι ο ένας θα σκοτωθεί και ο άλλος θα σκοτώσει. Ακόμη βουρκώνω όταν θυμάμαι εκείνο το κείμενο του δάσκαλου.

Οι δολοφόνοι του Άλκη, αυτοί που κρατούσαν το μαχαίρι, σύντομα θα πιαστούν. Οι ηθικοί αυτουργοί θα συνεχίσουν να σπέρνουν το δηλητήριό τους σε τηλεόραση, ραδιόφωνο και διαδίκτυο και το ερώτημα θα μείνει να πλανάται στην ατμόσφαιρα:

«Ποιος στ’ αλήθεια δολοφόνησε τον Άλκη;»

Σ.

ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΗΜΟΦΙΛΕΣΤΕΡΑ