Παρασκευή, 4 Οκτωβρίου, 2024
ΑρχικήΤΕΧΝΗΟι κινηματογραφικές ταινίες της 3ης εβδομάδας του Οκτώβρη

Οι κινηματογραφικές ταινίες της 3ης εβδομάδας του Οκτώβρη

Εξαιρετική, σχεδόν μπαλζακική, η περιγραφή του γλοιώδους μικροαστού μικρομεσίτη – επιχειρηματίας γαρ – στην ενδιαφέρουσα ιταλική ταινία του Πάολο Βιρτσί «Το ανθρώπινο κεφάλαιο», που βγαίνει απόψε στις αίθουσες και, κατά τη γνώμη μας, συνιστά τη μία εκ των δύο πιο αξιόλογων ταινιών της βδομάδας. Ισάξιά της, πειστική, ρεαλιστική και άγρια η βρετανική «’71» – ταινία που βραβεύτηκε με την ύψιστη διάκριση, Χρυσή Αθηνά, στο φετινό 20ό Φεστιβάλ Κινηματογράφου της Αθήνας, «Νύχτες Πρεμιέρας».

Δίπλα στα παραπάνω δείγματα καλού σινεμά, φιγουράρει η πλούσια σε μουσικό υλικό βιογραφία του «Mister Dynamite», του διάσημου Αφροαμερικανού καλλιτέχνη Τζέιμς Μπράουν. «Get On Up – Η ιστορία του Τζέιμς Μπράουν» (2014) ο τίτλος της αμερικανικής αυτής παραγωγής σε σκηνοθεσία Τέιτ Τέιλορ.

Πρεμιέρα απόψε και για την αμερικανική ταινία τρόμου του Τζον Λεονέτι, «Annabelle» (2014). Πρόκειται για την επιστροφή της γνωστής δαιμονισμένης κούκλας, εκείνης που μας «έκοψε την ανάσα» στο περσινό φιλμ του Τζέιμς Γουάν «Το κάλεσμα». Η φετινή «Annabelle» δεν κατορθώνει να τρομοκρατήσει τόσο λόγω επίπεδης ίντριγκας όσο και ελλείμματος του «απρόσμενου» και «άγνωστου».

Στις αίθουσες βγαίνει ακόμη και η γαλλική ταινία δράσης «Λάθος στο λάθος» (2014), σε σκηνοθεσία του Φρεντ Καβαγιέ. Μια πρόταση γαλλικού λαϊκού σινεμά το αστυνομικό αυτό φιλμ με αδρεναλίνη που περισσεύει και, που πάση θυσία, θέλει να φθάσει σε αμερικανικά ύψη και μέσω των ανδροπρεπών πρωταγωνιστών του – Βενσάν Λιντόν και Ζιλ Λελούς.

Τέλος, από απόψε κυκλοφορούν και τα «Τερατοκουτάκια» (και σε εκδοχή 3D) των Γράχαμ Αναμπ και Αντονι Στάτσι, μια αμερικανική παραγωγή κινουμένων σχεδίων του 2014, που προβάλλεται μεταγλωττισμένη στα ελληνικά.

Κριτική: Τζία Γιοβάνη

«Το ανθρώπινο κεφάλαιο» (Il Capitale Umano) του Πάολο Βίρτσι

Η ενδέκατη ταινία του Βιρτσί είναι χαλαρή διασκευή του ομότιτλου λογοτεχνικού θρίλερ του Αμερικανού Στίβεν Αμιντον που εκτυλίσσεται στο Κονέκτικατ – ΗΠΑ. Ο Βιρτσί, στο πλαίσιο του προσωπικού, πολιτικού του ταξιδιού στην Ιταλία, τοποθετεί σημειολογικά τη δράση του φιλμ σε ένα φαντασιακό χωριό στην περιοχή της Μπριάντζα (Λομβαρδία), περιοχή που κατοικείται κυρίως από καρχαρίες επενδυτές, μεγαλοκαπιταλιστές που πλούτισαν παίζοντας χοντρά, βρώμικα χρηματοπιστωτικά παιχνίδια… Στην ευρύτερη περιοχή μάλιστα, στο Αρκορε, κατοικεί ο καβαλιέρε Μπερλουσκόνι… Πολιτικοί παράγοντες της περιοχής διαμαρτυρήθηκαν έντονα για την «ισοδυναμία αρχιτεκτονικού τοπίου και ανθρωπολογικού κυνισμού» που – κατ’ αυτούς – υποδηλώνει η ταινία…

Αφού σχόλασε ο σερβιτόρος, επιστρέφει στο σπίτι τις μικρές ώρες, στον παγωμένο χειμωνιάτικο δρόμο. Σε μια κλειστή στροφή, ένα τζιπ πέφτει πάνω στον ποδηλάτη σερβιτόρο και το σκάει, εγκαταλείποντας το θύμα του να χαροπαλεύει στην άκρη του δρόμου. Το επόμενο πρωινό ξυπνά με χαρούμενη κινητικότητα στην ηλιόλουστη πάλλευκη βίλα του μεγιστάνα. Εκεί, θα λάμψει διά της παρείσακτης παρουσίας του, ο μικροαστός μικρομεσίτης (το κέντρο του φιλμ). Ο μικροαστός που ονειρεύεται ένταξη στους υψηλούς κύκλους, που ψάχνει ευκαιρία για μεγάλες μπίζνες, που χώνεται ετσιθελικά στην εικόνα, στη βάση του γεγονότος ότι η κόρη του, όχι μόνο πάει στο ίδιο ιδιωτικό σχολείο με το γιο του καπιταλιστή, αλλά οι δυο τους είναι ζευγάρι…

Ο σκηνοθέτης βάζει περιορισμούς στο κοινωνικό τοπίο με το οποίο καταπιάνεται. Φωτογραφίζει σχηματικά τόσο τον αστό, τον καπιταλιστή, όσο και τον έτοιμο για όλα μικροαστό – ως τύπους κοινωνικής συμπεριφοράς – και τη σχέση που τους διέπει. Στο ίδιο τοπίο εγγράφονται σε δεύτερο πλάνο αποχρώσεις κοινωνικής διαστρωμάτωσης. Η παρουσία/συμπεριφορά μπερδεμένων και αδαών ως προς τον κοινωνικό τους ρόλο διανοουμένων και καλλιτεχνών, λαϊκής καταγωγής, που αφήνονται να άγονται και να φέρονται από το κεφάλαιο, κολακεύονται, προσκολλούνται και απογοητεύονται μπερδεύοντας προσωπικές συμπεριφορές και καπιταλιστικά κέρδη. Υπάρχουν κι εκείνοι οι λαϊκοί άνθρωποι που το σύστημα τους έπεισε να επιλέξουν τη φυγή από την πραγματικότητα (κυρίως με ουσίες), να θέσουν εαυτόν στο περιθώριο. Ο κόσμος της μισθωτής εργασίας λάμπει διά της απουσίας του. Δεν αρκεί η συμβολική αναφορά στο θύμα ή η «παρέμβαση» της εγκύου ψυχολόγου των κρατικών δομών…

Χωρίς καλούς και κακούς, το άριστο – με όρους πολιτικούς – πορτρέτο του καπιταλιστή που δε λογαριάζει τίποτα μπροστά στο γρήγορο και μέγιστο κέρδος και το παν – άριστο του εμετικού μικροαστού, η ταινία του Βιρτσί χωρίζεται σε 4 κεφάλαια. Την ιστορία αφηγείται ο σκηνοθέτης ξανά και ξανά από την οπτική των διαφορετικών ρόλων. Κάθε φορά, η αλλαγή της αφηγηματικής προσέγγισης – με καινούργια και αναπάντεχη οπτική – σηματοδοτείται με την επιστροφή στην κομβική σεκάνς του δυστυχήματος. Ο Βιρτσί με έξυπνη αφηγηματική τεχνική εναλλάσσει τους κώδικες της προσωπικής του κινηματογραφικής γλώσσας με επίμονους τόνους «νουάρ». Να την δείτε!

Με τους: Φαμπρίτσιο Μπεντιβόλιο, Βαλέρια Μπρούνι Τεντέσκι, Βαλέρια Γκολίνο, Λουίτζι Λο Κάσιο, κ.ά.

Παραγωγή: ΙΤΑΛΙΑ, ΓΑΛΛΙΑ (2013).

«’71» του Γιαν Ντεμάνζ

Η πρώτη μεγάλου μήκους ταινία του γαλλοαλγερινής καταγωγής Γιαν Ντεμάνζ με τίτλο «’71» (2013) παραπέμπει ποικιλότροπα σε διάφορα κινηματογραφικά είδη. Γίνεται πολιτικό θρίλερ όταν η νυχτερινή απόδραση του στρατιώτη υφαίνεται με τις ίντριγκες του ΙΡΑ και το διπλό παιχνίδι των αγγλικών υπηρεσιών ασφάλειας. Γίνεται ιδιότυπο μάθημα ιστορίας με περιγραφή που εντυπωσιάζει λόγω λεπτομερειών και αναπαραστατικής σκηνογραφίας. Το 1971 στη Βόρεια Ιρλανδία, όλες οι πλευρές οπλίζονται ξανά μετά από μικρό διάστημα ανακωχής. Στις δραματικές αυτές μέρες ρίχνει ο Ντεμάνζ τον ήρωά του, άπειρο, χωρίς ιδέα του τι γίνεται. Από την πρώτη στιγμή το πράγμα πάει στραβά. Το υπόλοιπο είναι θρίλερ επιβίωσης που στάζει αδρεναλίνη, με τον τραυματισμένο στρατιώτη σε οδύσσεια στο λαβύρινθο της πόλης, σε ένα πολυσύνθετο πολιτικό τοπίο. Με ποια πλευρά είναι οι Αγγλοι στρατιώτες θα το δούμε τον επόμενο χρόνο στις 30 Γενάρη 1972, σε αυτό που ονομάστηκε «Ματωμένη Κυριακή». «Bloody Sunday» (2002) η σχετική με τα γεγονότα ταινία του Πολ Γκρίνγκρας. Οι Εγγλέζοι ανοίγουν πυρ εναντίον αντιβρετανικής διαδήλωσης. 14 άνθρωποι δολοφονούνται, ενώ ο πολιτικός χάρτης στην καθολική πλευρά ξανασχεδιάζεται σε όφελος του ΙΡΑ.

Το εντυπωσιακό για αρχή φιλμ του Ντεμάνζ με την κάμερα στο χέρι, που αποσκοπεί στο να «ζαλίσει» και το θεατή της ιστορίας, αποπνέει παράξενη ατομικότητα αποδίδοντας με σουσπάνς καταστάσεις σκοτεινές, ρεαλιστικές, ανελέητες, που κατευθύνονται ευθέως στις αισθήσεις του κοινού, με έναν 20χρονο πρωταγωνιστή σχεδόν μουγκό κι απροστάτευτο, απελπισμένο και χωρίς πια ψευδαισθήσεις. Ολα συμβαίνουν αστραπιαία, χωρίς προειδοποίηση, τα νεύρα χτυπάνε κόκκινο. Στο μεγαλύτερο μέρος η ιστορία εκτυλίσσεται νύχτα, στο ομιχλώδες Μπέλφαστ, με τα σκοτάδια φωτισμένα από τα φανάρια των αυτοκινήτων, τις εκρήξεις, τους αδύναμους γλόμπους στο εσωτερικό των σπιτιών. Η σκηνή με τη χειροβομβίδα σοκ που τίναξε την παμπ στον αέρα κρατά πολύ, ίδια σιωπηλός τρόμος που υπενθυμίζει όλες τις συγκρούσεις που ανθούν τριγύρω καθημερινά…

Με τους: Τζακ Ο’ Κόνελ, Σαμ Ρέιντ, Σον Χάρις κ.ά.

Παραγωγή: Μ. ΒΡΕΤΑΝΙΑ (2013)

«Ενα ταξίδι 30,5 μέτρα μακριά» (The Hundred-Foot Journey) του Λασε Χάλστρομ

Εύπεπτη, γλυκανάλατη διασκέδαση για επιτόπια κατανάλωση πνιγμένη σε στερεότυπα, προβλεψιμότητα, γενναιοδωρία σε λεόντειες δόσεις και μυρωδιές από καρυκεύματα της Ανατολής. Ο σκηνοθέτης, που πριν από 14 χρόνια έκανε την Μπινός να κερδίσει την επαρχιακή γαλλική κωμόπολη με την αισθησιακή της σοκολάτα και τη χαρά για ζωή, επιστρέφει, προσδοκώντας το ίδιο, με μια ινδική οικογένεια τώρα, εξοπλισμένη με τα επτασφράγιστα, οικογενειακά μυστικά καρυκεύματα. Στο φιλμ αναφέρεται κάπου ότι «ένας αληθινός σεφ ή το ‘χει ή δεν το ‘χει». Το ίδιο ισχύει και στο σινεμά και εκ του αποτελέσματος φαίνεται ότι και ο εμιγκρές στο Χόλιγουντ Σουηδός Χάλστρομ δεν «το ‘χει» πια. Όχι ότι υπήρξε ιδιαίτερα σημαντικός, αλλά οι πρώτες του σουηδικές προσπάθειες προμήνυαν ουσιαστικότερη εξέλιξη…

Ο νεαρός Χασάν από τη Βομβάη βρίσκεται στο επίκεντρο της ταινίας, που βασίζεται σε βιβλίο του Ρίτσαρντ Μορέ. Μετά την καταστροφή της οικογενειακής επιχείρησης οι δικοί του μετακομίζουν για μια καλύτερη τύχη στην Αγγλία αρχικά και κατόπιν στην Ολλανδία, για να βρεθούν τυχαία και μοιραία σε ένα γραφικά ειδυλλιακό γαλλικό χωριό, όπου και αποφασίζουν να εγκατασταθούν και να ανοίξουν ένα ινδικό «φαγάδικο» ακριβώς απέναντι από έναν εκκεντρικό ναό της υψηλής γαλλικής γαστρονομίας, που διευθύνει μια στρυφνή και καρικατουρίστικα άκαμπτη μαντάμ, η οποία απέσπασε ήδη ένα αστέρι Michelin και στοχεύει αταλάντευτα σε δεύτερο. Ο Χασάν αποδεικνύεται γεννημένο ταλέντο στη δημιουργία γεύσεων, γίνεται «casus belli» και ανελέητου ανταγωνισμού σε μια ιστορία που καταλήγει ακριβώς όπως θα προδιέγραφε με τη φαντασία του ο κάθε θεατής, όπου συμβαίνει ακριβώς αυτό που κάποιος περιμένει, την ώρα που το περιμένει. Μια χούφτα πολιτικά ορθής και επικαιροποιημένης προβληματικής για εθνικισμό και ρατσισμό, μια δόση σχολικής εκδρομής, λίγος έρωτας και μπόλικη νοσταλγία, είναι τα συστατικά που πλαισιώνουν τις δυνατές γεύσεις και τους πληθωρικούς χαρακτήρες, στοιχεία που όμως δεν κατορθώνουν να πυροδοτήσουν την ταινία. Ατημέλητη η αφήγηση που βγαίνει μέσα από απαλούς φακούς, φτηνά τα κλισέ των ρατσιστικών αποχρώσεων που υποβόσκουν και που ο σκηνοθέτης ξεπετάει σε δυο λεπτά… Φαγητό, σοφία ζωής, έρωτας, αδελφοσύνη πέρα από πολιτισμικά όρια, θρίαμβος της λογικής πάνω από όλες τις μορφές μικροψυχίας, το ηθικό δίδαγμα της ταινίας που παραγωγούς είχε τον Στίβεν Σπίλμπεργκ και την Οπρα Γουίνφρι.

Με τους: Χέλεν Μίρεν, Μισέλ Μπλανκ, Σαρλότ Λε Μπον, Ομ Πουρί, Μανίς Νταγιάλ, κ.ά.

Παραγωγή: ΗΠΑ (2014).

- Advertisement -
ΣΧΕΤΙΚΑ ΑΡΘΡΑ

ΔΗΜΟΦΙΛΕΣΤΕΡΑ